Γράφει ο Παναγιώτης Δούμας
Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις πραγματοποιήθηκαν πριν καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός των ανακατατάξεων στην δεξιά. Αυτός είναι ίσως και ο λόγος που τα ποσοστά που παρουσιάστηκαν στις κυριακάτικες εφημερίδες δεν είναι και τόσο αντιπροσωπευτικά των ραγδαίων εξελίξεων. Η παράταξη βρίσκεται εν όψει διαδοχικών μεταβολών και τα συγκοινωνούντα δοχεία της εμπεριέχουν ταρακουνημένα υγρά με μπόλικο αφρό.
Τα δεδομένα που θα καθορίσουν τον νέο χάρτη της δεξιάς στην Ελλάδα, λίγο (ή πολύ) πριν τις ερχόμενες εκλογές, θα προκύψουν από τα κάτωθι δεδομένα.
- Τον αριθμό των διαγραφέντων βουλευτών της ΝΔ που θα επιστρέψουν στο κόμμα.
- Την δημιουργία ενός τρίτου – μετά το ΛΑ.Ο.Σ. και την Χρυσή Αυγή – αντιμνημονιακού πόλου με πιο πολυσυλλεκτική σύνθεση, πιθανότατα από τον Πάνο Καμμένο και τους αμετανόητους διαγραφέντες της ΝΔ.
- Την μετακόμιση του Μάκη Βορίδη και του Αδώνιδος Γεωργιάδη στην Νέα Δημοκρατία και τον αριθμό των υποστηρικτών τους που θα τους ακολουθήσουν.
- Τον αριθμό των ψηφοφόρων του ΛΑ.Ο.Σ. που ανήκουν στην εθνικιστική πτέρυγα, οι οποίοι μετά την αποχώρηση Βορίδη – Γεωργιάδη θα καταλήξουν στην Χρυσή Αυγή, αρνούμενοι την ένταξη στην ΝΔ.
- Τον αριθμό των ψηφοφόρων της ΝΔ, καθώς και άλλων σχημάτων, που θα μετακινηθούν προς το ΛΑ.Ο.Σ. μετά την αλλαγή πλεύσεως του Γιώργου Καρατζαφέρη στο θέμα του μνημονίου.
- Το άνοιγμα του Αντώνη Σαμαρά προς την Ντόρα Μπακογιάννη και την πιθανότητα επιστροφής της στην Νέα Δημοκρατία πριν τις εκλογές.
- Την κατάρτιση των ψηφοδελτίων της Νέας Δημοκρατίας και την προσθήκη ή απουσία κάποιων προσώπων σε αυτά.
- Τον χρόνο μέχρι να πραγματοποιηθούν οι εκλογές, ο οποίος μπορεί να λειτουργήσει για άλλους ως σύμμαχος και για τα νέα και αδύναμα σχήματα ως εχθρός.
- Την περαιτέρω φθορά που θα υποστεί η Νέα Δημοκρατία, εξακολουθώντας να συμμετέχει με τρεις πλέον υπουργούς στην κυβέρνηση Παπαδήμου.
Όλα τα παραπάνω σχηματίζουν ένα εντελώς ασαφές τοπίο, το οποίο καλείται να σταθεροποιηθεί μέχρι τις τελευταίες εβδομάδες προ των εκλογών. Το θετικό σε όλα αυτά είναι ότι η δεξιά, σε αντίθεση με την αριστερά βιώνει μία περίοδο έντονης δημιουργικής πολιτικής ζύμωσης, με ισχυρές ωστόσο δόσεις λαϊκισμού και καιροσκοπισμού. Σημαντικός πάντως καταλύτης αυτών των διαδικασιών είναι η ιδεολογία και το πόσο οι ηγεσίες των κομμάτων και οι πολιτικοί που την επικαλούνται έχουν πραγματικά την πρόθεση να την υπηρετήσουν και να την μετουσιώσουν σε πατριωτική πολιτική. Ας μην ξεχνάμε ότι ο πατριωτισμός είναι ένα συστατικό, που λίγο έως πολύ υφίσταται σε όλο το εύρος της βάσης της δεξιάς ή «κεντροδεξιάς», παρ’ ότι τα δεσπόζοντα στον χώρο αυτό κόμματα τον είχαν τις τελευταίες δεκαετίες εγκαταλείψει ή και καταχραστεί.