Γράφει ο Παναγιώτης Δούμας
Σήμερα μίλησα μ’ έναν παλιό μου συναγωνιστή για όσα τεκταίνονται στον πατριωτικό χώρο το έτος που διανύουμε. Και δεν είναι λίγα. Η παλαιότερη φουρνιά ενεργών εθνικιστών – σήμερα σαραντάρηδες και πενηντάρηδες – είδαν μέσα σ’ ένα χρόνο τις μεγαλύτερες αλλαγές που ο χώρος αυτός είχε ποτέ δει μεταπολιτευτικά. Ο άνθρωπος ήταν απογοητευμένος κι ένιωθε προδομένος. Στην σύντομη τηλεφωνική κουβέντα μας όμως συνειδητοποίησα ότι όσο η πολιτική μπορεί να είναι αποκρουστική και νοσηρή, άλλο τόσο κρύβει μέσα της μία απίστευτη και άγρια γοητεία, που δεν σ’ αφήνει να την εγκαταλείψεις, κρατώντας σε όμηρο των τρελλών ορέξεών της. Κι ας σε κάνει μόνο να υποφέρεις.
Σημαντικό είναι να καταλάβουμε όλοι, ότι τα κόμματα, οι οργανώσεις – ακόμη και οι ίδιοι οι ηγέτες είναι οχήματα, μέσα δηλαδή για να φτάσεις στον προορισμό σου. Αυτός μπορεί να είναι κάποιο συμφέρον ή κάποια ίδια οφέλη, μπορεί όμως να ‘ναι και κάποιος ιερός σκοπός. Καλώς ή κακώς το όχημα – το σκάφος αν θέλετε – που έβαλε πλώρη για την Ιθάκη της εθνικής αποκαταστάσεως, αυτό που λέμε «μια Ελλάδα στην θέση που της αξίζει» δεν λέγεται πια ΛΑ.Ο.Σ. Ούτε κι ο καπετάνιος λέγεται Γιώργος Καρατζαφέρης. Το καράβι λέγεται «Χρυσή Αυγή» και ο καπετάνιος Νίκος Μιχαλολιάκος. Εκεί έχουν επιβιβασθεί οι περισσότεροι που νοσταλγούν την χαμένη εθνική τους αξιοπρέπεια μέσα από έναν εφετζίδοκο και μαρκετίστικο τρόπο, που ικανοποιεί διάφορες παιδικές φαντασιώσεις.
Φυσικά, δεν επιβιβάσθηκαν όλοι και δη η παλιά φουρνιά εθνικιστών και γενικότερα πατριωτών. Σε αρκετούς απ’ αυτούς η εξέλιξη αυτή αφήνει μια πικρή γεύση. Κι αυτό για λόγους, που το νέο «κοινωνικό υποκείμενο» δεν γνωρίζει και φυσικά καμμία σχέση δεν έχουν με τα επιχειρήματα που οι ιερείς της πολιτικής ορθότητος και το κατεστημένο παπαγαλίζουν εναντίον της Χρυσής Αυγής. Σίγουρα, οι προτιμούντες την κολύμβηση κάτι ξέρουν παραπάνω, όπως φυσικά και το ίδιο το κατεστημένο δίπλα στο οποίο η Χρυσή Αυγή επεβίωσε αλώβητη όλα αυτά τα χρόνια, παρά την λαθρολαγνεία, παρά τους αντιρατσιστικούς νόμους, παρά την επαγρύπνηση και το στενό μαρκάρισμα της «Υπηρεσίας Προστασίας του Πολιτεύματος» και φυσικά παρά την ηγεμονία της αριστεράς, ασχέτως ποιος κυβερνούσε και παρά τα μύρια όσα οι ίδιοι η κυρίαρχοι αριστεροί της καταμαρτυρούσαν. Κι όλα αυτά την ώρα που άλλοι, για λόγους αστείους, εδιώκοντο, εσύροντο στα δικαστήρια, εφυλακίζοντο και ακόμη πληρώνουν. Κι αν είναι ένα πράγμα βέβαιο, αυτό είναι ότι η Χρυσή Αυγή δεν ετέθη ποτέ εκτός νόμου, όχι φυσικά επειδή αυτό δεν επετράπη από την ανωτερότητα και την βαθιά δημοκρατική συνείδηση των αριστερών ούτε διότι τηρούσε το γράμμα του νόμου με σχολαστικότητα.
Η ουσία όμως είναι ότι το καράβι σάλπαρε, πλέει μέσα σε λίγους μήνες με 12% και οι υπόλοιποι κολυμπάνε ψάχνοντας το χαμένο τρεχαντήρι του Καρατζαφέρη και αναπολώντας την πάλαι ποτέ βάρκα του Βορίδη. Κάποιοι δείχνουν δε διατεθειμένοι να καβαλήσουν σ’ όποια βάρκα πέσει απ’ τον ουρανό στο ανοικτό πέλαγος, ασχέτως εάν ο κωπηλάτης είναι κουλός, ο πηδαλιούχος τύφλα και το αμπάρι γεμάτο τρύπες.
Κάποιοι άλλοι πάλι αναζητούν την Ιθάκη ως λαθρεπιβάτες στο Μπάουντι του Σαμαρά, με την ελπίδα ότι αυτό δεν θα βυθισθεί είτε από επιδρομή πειρατών είτε από το ίδιο του το πλήρωμα σε κάποια ανταρσία.
Προγνωστικά; Το Μπάουντι έχει τεχνικά τις περισσότερες πιθανότητες να σε πάει στον προορισμό σου και για την ώρα έχει σταθερή πορεία προς Ιθάκη. Το μεγαλύτερο όμως μέρος του πληρώματος δεν χωνεύει τον καπετάνιο. Η Χρυσή Αυγή είναι νέο σκαρί αλλά στο αμπάρι κρύβει κλειδωμένους σκελετούς, ενώ ο καπετάνιος δεν χωνεύει το πλήρωμα. Άσε που το σκάφος πάει μόνον ευθεία και δεν έχει όπισθεν. Για τις βάρκες δεν λέω τίποτε, αφού ήδη την ώρα που γράφω αυτές τις αράδες μπορεί να είναι στον πάτο της θάλασσας, μαζί με πλήρωμα και καπετάνιο, οι οποίοι θα ανταγωνίζονται ποιος θα βγάλει τις πιο πολλές μπουρμπουλήθρες.
Συμπέρασμα; Σ’ όποιο σκάφος κι αν βρίσκεστε, θυμηθείτε ότι αγαπάτε την Ιθάκη και όχι το σκάφος. Ούτε φυσικά απαραιτήτως τον καπετάνιο και το πλήρωμα. Σημαντικό είναι το πλήρωμα να μην τρώει λωτούς ούτε να ενδίδει σε Σειρήνες και ο καπετάνιος να είναι νηφάλιος και υγιής. Κι εσείς, να ξέρετε καλό κολύμπι και να κρατάτε και καμιά πυξίδα μη και βρεθείτε στην Μύκονο αντί για την Ιθάκη. Κατά τα άλλα, η Ελλάδα έχει τεράστιο στόλο. Όπως πολύ σωστά ο Χρήστος Χαρίτος έγραψε: Η ψήφος είναι με leasing.
Υ.Γ.1: Μόλις διάβασα με προσοχή το άρθρο του Χρήστου Χαρίτου στον «Ελεύθερο Κόσμο». Ο Χρήστος, όπως και πολλοί άλλοι, που περιγράφω πιο πάνω, αγαπάει την Ιθάκη, όμως δένεται και με τα καράβια. Με τον ίδιο τρόπο έμαθε και να τα μισεί, ειδικά αν κάποτε είχαν διαφορετικό προορισμό απ’ τον δικό του. Εγώ, το μάθημά μου το πήρα από την πρώτη φορά, όταν κάποτε εγκατέλειψα την βάρκα μαζί του κι ανεβήκαμε σ’ ένα τρεχαντήρι που και οι δύο μας μισούσαμε σφόδρα. Εκεί μας φέρθηκαν χειρότερα κι από δούλους. Έκτοτε, έμαθα να μην αγαπώ βάρκες, τρεχαντήρια και πληρώματα ούτε φυσικά και κρουαζιερόπλοια και καμαρότους. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο δεν μπορώ και να τα μισήσω. Σημασία έχει να με πάνε εκεί που θέλω και φυσικά το τι θέλω. Αν δεν με πάνε στην Ιθάκη, ξέρω και κολύμπι. Κι εγώ, φίλε Χρήστο, θέλω μία «πρόταση εθνικής διακυβερνήσεως της Ελλάδος», αλλά είμαι πεπεισμένος ότι εκεί που εσύ την ψάχνεις δεν θα την βρω. Όπως δεν θα βρούμε ποτέ και πουθενά Υψηλάντηδες. Άλλωστε, δεν είμαι και τόσο σίγουρος για το αν ο Υψηλάντης θα μπορούσε να αντιμετωπίσει με την ίδια αποτελεσματικότητα το τεράστιο έλλειμμα και τις ραγδαίες συνέπειές του.
Υ.Γ.2: Όσο το πλοίο του Μιχαλολιάκου μεταλλάσσεται σε ταχύπλοο, όλο και περισσότερους βλέπω να στρογγυλεύουν τον λόγο τους και να αρχίζουν το χάιδεμα. Απ’ ό,τι φαίνεται, η πικρή γεύση του γιαουρτιού άφησε στο τέλος μια γλυκάδα, που μπορεί να οδηγήσει σε… θλιβερές προσχωρήσεις.
Δεν έχω διαβάσει ακόμη, το άρθρο του συναγωνιστή Χαρίτου, αν και υποψιάζομαι που, δεν θα βρούμε την «…πρόταση εθνικής διακυβερνήσεως της Ελλάδος». Παράλληλα όμως, διαπιστώνω ότι έχουμε μια γενικότερη δυσκολία αυτή την περίοδο, να καταθέσουμε πρόταση ή την καταθέτουμε έτσι για να καταγραφεί.
Οι εθνικιστές δεν είχαμε οικονομική θεώρηση, κάτι που κοστίζει στις μέρες μας, με το τίμημα να είναι υψηλό. Παναγιώτη, τα πάντα γύρω μας κινούνται σαν την άμμο των βάλτων. Κάθε κίνηση, ίσως σε σπρώξει βαθύτερα, αλλά από την άλλη η αγωνία του “θανάτου” που οσμίζεσαι στον αέρα, δεν σου επιτρέπει να μείνεις ακίνητος.
Εύγε Παναγιώτη….ΣΥΜΦΩΝΩ ΣΕ ΟΛΑ!!
Δυστυχώς πολλά αξιόλογα στελέχη του “Ελληνικού Μετώπου” που έφυγαν προσφάτως απο το ΛΑ.Ο.Σ έχουν σε έντονο βαθμό το σύνδρομο της…”απατημένης γκόμενας”….
Κ δυστυχώς αυτά που έχουμε δει να γράφουν μας έχουν αποητεύσει κάπως!!
Το επόμενο βήμα είναι να ακούσουμε ότι προσχώρησαν στον εθνικομπολσεβικισμό….
Κρύβε λόγια!
Φίλε μου Παναγιώτη, ήξερα ότι είσαι καλλιτέχνης, δεν ήξερα όμως ότι μπορείς και αρθρώνεις τόσο ρομαντικό, σχεδόν συγκινητικό λόγο. Σ’ αυτό όμως, παρόλη την ομορφιά του, διακρίνω παγίδες, στη μετάφραση των λεγομένων σου. Δεν θα μπω στη διαδικασία να κάνω τη μετάφραση, αφού θα λάβει μεγάλη έκταση. Σε ένα πράγμα μόνο θέλω να σταθώ: για τον καραβοκύρη, ή καπετάνιο, ή πιλότο, ή ηγέτη, ή οτιδήποτε άλλο. Εγώ θέλω να τον λέω εμπνευστή και καθοδηγητή. Είναι απολύτως βέβαιο ότι αν θέσεις το ερώτημα σε έναν οποιονδήποτε άνθρωπο, αν θέλει να τον εμπνέει και να τον καθοδηγεί κάποιος ανώτερος ή κατώτερός, η επιλογή θα πάει αυτομάτως στον πρώτο. Από την άλλη, το να συνυπάρχεις με ανθρώπους που μισείς ή απλά ανέχεσαι (που άρα τους θεωρείς κατώτερους) και αυτοί να ηγούνται πολιτικής πάει κόντρα στη λογική. Για να έρθω στο προκείμενο, δεν μπορώ ποτέ μου να θεωρήσω εμπνευστή μου άνθρωπο που καλλιεργεί μίσος, τραμπουκισμό κτλ “ευγενή” αισθήματα-ένστικτα. Άσε που έχω και την υποψία ότι απλά βρίσκονται εκεί, για να αποτελέσουν το μαντρί των απογοητευμένων. Αυτή όμως είναι υποψία, που παρεμπιπτώντως την έχω για πολλούς πολιτικούς χώρους.
Σειρούλα, για τους υποψιασμένους υπάρχει και το κολύμπι. Όμως, δεν θα στοιχημάτιζα ποτέ υπέρ τους.