Ο Φαήλος Κρανιδιώτης σε πρόσφατη συνέντευξή του σε γνωστό ραδιοφωνικό σταθμό, ερωτώμενος ως προς το πού διαφοροποιείται από την Νέα Δημοκρατία, είχε δηλώσει μεταξύ άλλων: «Οι εθνικές αστικές αξίες, η υπεράσπιση της ταυτότητάς μας, είναι απόψεις και πρακτικές που βρίσκονται υπό διωγμόν και από την επίσημη Νέα Δημοκρατία και δεν μπορεί να τις εκφράσει. Εγώ δεν δέχομαι κάποιον που βγαίνει και λέει ότι σέβεται την Αριστερά για τους αγώνες της».
Ο ένας εκ των δύο οικοδεσποτών της εκπομπής, μετά από ένα μίνι-εγκεφαλικό, κατηγόρησε τον Πρόεδρο της Νέας Δεξιάς ότι είναι εξαιρετικά διχαστικός. Ο έτερος οικοδεσπότης, αν και δεξιών καταβολών, εποίησε την νήσσαν και εξεμάνη απλά, επειδή ο Φαήλος Κρανιδιώτης δήλωσε, ότι η Νέα Δημοκρατία δεν είναι πια δεξιό κόμμα.
Από την πρώτη μέρα της εκλογής του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, έδωσε το νέο στίγμα της πολιτικής που θα ακολουθήσει το κόμμα του. «Middle Ground Policy» λέγεται βαρβαριστί και αποτελεί την πιο παρωχημένη συνταγή σε μία Ευρώπη που αναζητά την ταυτότητά της. Επεδόθη λοιπόν σ’ έναν αγώνα να αποδείξει ότι δεν είναι δεξιός. Κορυφαία στιγμή του ζήλου του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αποποιηθεί τον τίτλο του δεξιού ήταν οι φράσεις: «Σέβοµαι και τιµώ τους αγώνες της Αριστεράς», καθώς και «Εγώ ήµουν πολιτικός κρατούµενος έξι µηνών από τη χούντα και έζησα τα πρώτα έξι χρόνια της ζωής µου στην εξορία». (Ολομέλεια Βουλής των Ελλήνων, 21/7/2016)
Η Αριστερά τότε, αντί να του ανταποδώσει τον σεβασμό, τον έλουσε με γέλια και χλεύη. Οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και του ΠΟΤΑΜΙΟΥ έσκυψαν τα κεφάλια και γελούσαν από μέσα τους. Είμαι σίγουρος ωστόσο, ότι ούτε ένας απ’ αυτούς δεν του ‘χει πει ποτέ – έστω ψιθυριστά – ότι σέβεται την κεντροδεξιά για τους αγώνες της.
Από εποχής Κωνσταντίνου Καραμανλή, από εποχής της «αποχουντοποιήσεως» των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, της νομιμοποιήσεως του ΚΚΕ και του ανοίγματος των θυρών του Ελληνικού Δημοσίου σε αριστερούς και κομμουνιστές, η Νέα Δημοκρατία είναι το κόμμα που με συνέπεια αυτομαστιγώνεται ή μάλλον – για την ακρίβεια – μαστιγώνει την ίδια την λαϊκή της βάση. Η μαρξιστοποίηση της Παιδείας είχε ξεκινήσει πολύ προ της εκλογής του Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ ο παραδοσιακός δεξιός εθνικισμός αντιμετωπιζόταν ως παιδική ασθένεια, που με την παρέλευση της ηλικίας του νεολαίου, ο ασθενής θα έπρεπε να έχει αναρρώσει. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που όσοι νεοδημοκράτες εξανίστανται ότι είναι δεξιοί, επικαλούνται τα νεανικά τους χρόνια στην ΟΝΝΕΔ επί Αβέρωφ. Μετά απ’ αυτό, δεν υπάρχει κάτι άλλο. Οι λοιποί – νεώτεροι κυρίως – όχι σε αμφιθέατρο δεν έχουν συγκρουσθεί, αλλά ούτε και με την γκόμενά τους στο σπίτι, για χάρη των δεξιών αξιών.
Λίγοι δεν θα διάβασαν την εξαιρετική επιφυλλίδα του Στέφανου Κασιμάτη στην Καθημερινή της 2/11, όπου μεταξύ άλλων γράφει: «Η σχεδόν αμνησιακή Δεξιά είναι εκείνη που σήμερα θεωρεί ασύμβατη με την κεντροδεξιά κατεύθυνση της Ν.Δ. την επίθεση στον ιδεολογικό πυρήνα της Αριστεράς. Εκείνη που αυτομαστιγώνεται σε συναυλίες του Θεοδωράκη στη Μακρόνησο και πραγματοποιεί προσκυνήματα στον Αη Στράτη. Εκείνη που σοκάρεται από τον αντικομμουνισμό και ξεχνάει (ή ποτέ της δεν έμαθε) ότι το φιλελεύθερο κέντρο ήταν στην πρώτη γραμμή του αντικομμουνισμού.»
Κι όμως, θα απαντήσουν εύλογα κάποιοι, η πολιτική αυτή δείχνει να έχει αποτέλεσμα. 42% έδωσε η δημοσκόπηση της Public Issue στην Νέα Δημοκρατία, το ίδιο βράδυ που δημοσιεύθηκε το άρθρο του Κασιμάτη. Μα δεν είπε κανείς ότι δεν αποδίδει η πολιτική του μεσαίου χώρου. Με μια διαφορά όμως: Η Νέα Δημοκρατία που θα κερδίσει τις ερχόμενες εκλογές με Άδωνι αντιπρόεδρο θα είναι τόσο δεξιά, όσο ο Ολυμπιακός είναι ελληνική ομάδα με έναν Έλληνα στην εντεκάδα του.
Και μπορεί εγώ που τα λέω αυτά να εξακολουθώ να υποστηρίζω τον Ολυμπιακό, όμως κάποιοι άλλοι πρέπει να καταλάβουν ότι η πολιτική δεν είναι ποδόσφαιρο και δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο, υποστηρίζοντας απλά ένα «brand-name», συνδεδεμένο ιστορικά με την χρεωκοπία αυτής της χώρας, που επιμένει να προτιμά να συνδέεται και να συγκυβερνά με τις πιο νοσηρές δυνάμεις της πολιτικής μας σκηνής, από το να ορθώσει ανάστημα και να διεμβολίσει ιδεολογικά την Αριστερά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν πρέπει να ξεχνά ότι η Αριστερά κρατιέται μέχρι και σήμερα στην εξουσία, διότι διεφύλαξε ουσιαστικά ένα υποτιθέμενο ηθικό πλεονέκτημα – δεν έχει μείνει και τίποτε να φάνε – και κυρίως επειδή δεν δίστασε ακόμη και με δεξιό κυβερνητικό εταίρο να εκτελέσει την ιδεολογική της ατζέντα, συχνά μάλιστα με την συναίνεση της Νέας Δημοκρατίας. Άλλοτε επιτυχώς και άλλοτε όχι.
Ο ίδιος όμως, ούτε ηθικό πλεονέκτημα διαθέτει – φευ – ούτε φυσικά την φυσική ιδεολογική υπόσταση του κόμματός του θέλει να διατηρήσει. Και δεν φαίνεται να τον νοιάζει κιόλας. Πήγε στην Λέσχη Μπίλντερμπεργκ – ένα ιδιωτικό φόρουμ – και δεν δίστασε να κάτσει στο ίδιο τραπέζι με τον Κέζερ, τον διευθύνοντα σύμβουλο της SIEMENS. Με βάση αυτήν την συνταγή, ο ΣΥΡΙΖΑ θα παίζει χωρίς αντίπαλο ως αντιπολίτευση, όπως παίζει και τώρα ως κυβέρνηση. Η Αριστερά θα συνεχίσει να ζει ως καρκίνος μέσα στο κράτος και τους θεσμούς της, υπονομεύοντας ανενόχλητη οτιδήποτε απειλεί την ηγεμονία της, προετοιμάζοντας την επόμενή της… παρένθεση.